ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΕ 30% ΕΚΠΤΩΣΗ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ:
Ο αστυνόμος Κλέανθος Παπαγιανίδης επιστρέφει.
Δύο ηλικιωμένοι άντρες, βρίσκονται άγρια δολοφονημένοι στην Αθήνα.
Ως συνήθως, τα στοιχεία ελάχιστα και τα ερωτηματικά πολλά.
Οπλισμένος με ιώβεια υπομονή και κατέχοντας μοναδικό ταλέντο στην ανάπτυξη θεωριών, τις περισσότερες φορές ακατανόητων για τους συνεργάτες του, ο Κλέανθος Παπαγιανίδης ξετυλίγει το ματωμένο κουβάρι, που θα τον φέρει μέχρι το Καστρί Κυνουρίας, αντιμέτωπο με γεγονότα που διαδραματίστηκαν εκεί πριν πολλά χρόνια και εξακολουθούν να επηρεάζουνε το σήμερα.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ:
Η διάθεση του Κλέανθου έφτιαξε μεμιάς. Όχι μόνο επειδή είχανε καταφέρει επιτέλους να βρούνε την διεύθυνση του Μαρινάκη, μετά από ατελείωτες περιπλανήσεις, αλλά και λόγω της ειδυλλιακής τοποθεσίας.
Η αμφιβόλου αισθητικής πολυκατοικίας, χρώματος σομόν, που υπό άλλες συνθήκες θα του ανακάτευε το στομάχι, είχε το προνόμιο να βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την θάλασσα, που εκείνο το πρωί ήτανε ακίνητη, σαν ένας τεράστιος γαλάζιος καθρέφτης.
Σταθμεύσανε μπροστά στην είσοδο. Ο Κλέανθος με το που κατέβηκε από το αυτοκίνητο, στράφηκε προς την θάλασσα και πήρε μια βαθιά αναπνοή, γεμίζοντας τα πνευμόνια του με αναζωογονητικό αέρα. Άφησε το βλέμμα του να περιπλανηθεί σε αυτό το γαλήνιο τοπίο και προς στιγμή ζήλεψε τον Μαρινάκη. Πολύ θα ήθελε να βρισκότανε στην θέση του και να αντικρίζει κάθε μέρα από το σπίτι του αυτή την θέα και ας έμενε σε κακόγουστη πολυκατοικία.
«Ο κ. Παπαγιανίδης;» ακούστηκε μία αντρική βαριά φωνή να τον καλεί.
Γύρισε και είδε έναν ηλικιωμένο άντρα, με πλούσια λευκή χαίτη, να στέκεται στο μπαλκόνι του πρώτου ορόφου του σομόν κτίσματος. Φόραγε μία ρόμπα πορφυρού χρώματος και κάπνιζε πουράκι. Αν δεν βρισκότανε στο Άστρος με φόντο το έκτρωμα, μπορεί και να τον πέρναγε για άρχοντα που ατένιζε τους υπηκόους του από την βεράντα του κάστρου του.
«Ο ίδιος. Γνωριζόμαστε;» ρώτησε έκπληκτος ο Κλέανθος.
«Εγώ…τηλεφωνικώς. Μαρινάκης. Μίλησα με τον βοηθό σας. Βλέπετε είμαι και εγώ πρώην αστυνομικός. Σας κατάλαβα. Παρακαλώ περάστε πάνω» είπε με εγκαρδιότητα ο οικοδεσπότης.
Ανέβηκαν τις σκάλες και ο Μαρινάκης τους περίμενε στο κατώφλι του διαμερίσματός του. Αδύνατος, ψηλός, με λεπτά χαρακτηριστικά και διαπεραστικά γαλάζια μάτια, απέπνεε έναν αριστοκρατικό αέρα.
«Καλώς ήρθατε κύριοι» τους είπε χαμογελαστά καθώς τους έσφιγγε τα χέρια.
Αφού έγιναν οι απαραίτητες συστάσεις, ο Μαρινάκης έκανε στην άκρη και με μία ελαφρά κίνηση του χεριού, τους προσκάλεσε με κάθε επισημότητα να περάσουν μέσα στο «βασίλειό του». Ένα σπίτι φορτωμένο με βαριά μπαρόκ αντικείμενα. Η κακογουστιά των κρεμασμένων πινάκων στους φθαρμένους τοίχους, τα τεραστίων διαστάσεων έπιπλα καθώς και τα απίθανα φανταχτερά χρώματα των χαλιών που κάλυπταν κάθε γωνιά του σπιτιού, συνθέτανε την εικόνα του απόλυτου κιτς.
«Παρακαλώ κύριοι καθίστε. Δυστυχώς το προσωπικό έχει πάρει άδεια» είπε με κάθε επισημότητα ο Μαρινάκης.
«Το προσωπικό;» ρώτησε ο Κλέανθος έκπληκτος, για να βεβαιωθεί ότι είχε ακούσει καλά.
«Μάλιστα. Ο υπηρέτης βρίσκεται σε άδεια. Αν ήξερα ότι θα ερχόσασταν, πιστέψτε με δεν θα του την είχα παραχωρήσει».
Ο Κλέανθος έμεινε να τον κοιτάει αποσβολωμένος. Μάλλον κάποια… βίδα πρέπει να είχε λασκάρει για να δικαιολογηθεί αυτή η μετατροπή του πρώην αστυνομικού σε…βαρόνο. Ωστόσο έπρεπε να το παραδεχτεί. Η μετεξέλιξη του πρώην χωροφύλακα και δη Ελληνικής επαρχίας σε «λόρδο», ήτανε ολοκληρωτική. Από τους τρόπους, το παρουσιαστικό, το ντύσιμο, μέχρι και την …γλώσσα !
«Αλλά μην ανησυχείτε θα σας εξυπηρετήσω προσωπικά. Τσάι;».
«Όχι ευχαριστούμε» είπε όσο πιο ευγενικά μπορούσε ο Κλέανθος.
«Μήπως θα προτιμούσατε να φάτε κάτι ελαφρύ; Έχω να σας προσφέρω εκλεκτά σαντουιτσάκια σολομού καθώς και εξαίσιο αυγοτάραχο».
Το μάτι του Κλέανθου μεμιάς έλαμψε και το στομάχι του πήρε μπρος.
«Πολύ ευχαρίστως».
«Επιτρέψτε μου να σας αφήσω για λίγο. Θα επιστρέψω αμέσως» είπε ο Μαρινάκης και με μεγαλοπρεπή βηματισμό, χώθηκε στην μικροσκοπική κουζίνα για την προετοιμασία του εκλεπτυσμένου προ-γεύματος.
«Μάλλον το έχει χάσει» ψιθύρισε στο αυτί του Κλέανθου ο Ντίνος.
«Μην είσαι υπερβολικός».
«Τρελός σου λέω».
«Ε όχι και τρελός. Ιδιότροπος».
«Τι λες ρε Κλέανθε. Τσάι, αυγοτάραχα και σολομούς, αυτά είναι φαγητά για πρίγκηπες. Άσε και το σπίτι. Το έχει διακοσμήσει λες και είμαστε στις Βερσαλλίες. Ο τύπος νομίζει ότι είναι ο απόγονος του Όθωνα και εμείς οι υπήκοοι του».
«Αν ήμασταν οι υπήκοοί του, δεν θα μας υποδεχότανε με βασιλικές τιμές και ούτε με…. σαντουιτσάκια».
Ο Ντίνος τον κοίταξε σαστισμένος. Τελικά ποιος δούλευε ποιόν εδώ μέσα; Ο Μαρινάκης με τις αριστοκρατικές του κόνξες, ή ο Κλέανθος που τον θεωρούσε σχεδόν φυσιολογικό, παριστάνοντας ο ίδιος τον τρελό για μερικά γευστικά καλούδια;
«Παρακαλώ κύριοι, σερβιριστείτε» τους είπε ο Μαρινάκης καθώς εμφανίστηκε με έναν ασημένιο δίσκο φορτωμένα με όσα τους είχε υποσχεθεί. Ο Κλέανθος, με μια κίνηση του χεριού του, κατάφερε να αρπάξει τρία σαντουιτσάκια, υπό το επικριτικό βλέμμα του οικοδεσπότη, αναγκάζοντάς τον εν τέλει να επιστρέψει τα δύο.
«Κύριοι, αν έχετε την καλοσύνη να μου πείτε τον ακριβή σκοπό της επίσκεψής σας;» ρώτησε μετά από λίγο ο Μαρινάκης με ύφος χιλίων καρδιναλίων, αφού είχανε αδειάσει σχεδόν όλο το περιεχόμενο του δίσκου, με το μερίδιο του λέοντος, ως συνήθως, να καταλήγει στο στομάχι του Κλέανθου.
«Κύριε Μαρινάκη, απ’ όσα είμαι σε θέση να γνωρίζω και διορθώστε με αν κάνω λάθος, υπηρετήσατε στο Καστρί Κυνουρίας εν έτη 1957 με την ιδιότητα του χωροφύλακα;» είπε με στόμφο ο Κλέανθος, μιμούμενος το ύφος του οικοδεσπότη του.
«Πράγματι. Όπως είπα και τηλεφωνικώς στον υφιστάμενό σας, το Καστρί υπήρξε το πρώτο μου….. αξίωμα ως νεαρός χωροφύλακας, σε ηλικία είκοσι τριών ετών». Αν μια απλή θέση χωροφύλακα ήτανε αξίωμα για τον Μαρινάκη, ο Κλέανθος αδυνατούσε να φανταστεί πως θα χαρακτήριζε ο οικοδεσπότης τους, μία θέση με πιο αυξημένες αρμοδιότητες, θρόνος;
«Παρουσιάστηκα αρχές Ιουνίου του 1957 στον επικεφαλής, μια παλιά καραβάνα ονόματι Σακελλαρίδης. Έμεινα ακριβώς δύο χρόνια. Μετέπειτα πήρα μετάθεση στο Άργος και στην συνέχεια βρέθηκα στα κεντρικά της…».
«Συγγνώμη που σας διακόπτω αλλά τα ονόματα Δραγαλέτος και Βογιατζής, σας είναι γνωστά;» ρώτησε ο Κλέανθος. Δεν είχε καμία όρεξη να ακούσει για την επαγγελματική σταδιοδρομία του πρώην χωροφύλακα, «νυν λόρδου» του Άστρους Κυνουρίας και ειδικά για τα μετέπειτα….αξιώματά του.
Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του Μαρινάκη σκλήρυναν και το βλέμμα του απέκτησε μία ξαφνική ψυχρότητα.
«Ναι» ήτανε η μονοκόμματη απάντηση του βγάζοντας συγχρόνως ένα βαθύ αναστεναγμό.
«Θα μπορούσατε να μου πείτε από που;» ρώτησε ο Κλέανθος με ξαφνικό ενδιαφέρον.
«Όπως σας είπα προηγουμένως, το Καστρί υπήρξε το πρώτο μου αξίωμα και ο θάνατος της Κατερίνας Παπάζογλου, η πρώτη υπόθεση που ανέλαβα να ερευνήσω. Δυστυχώς, η συγκεκριμένη υπόθεση σημάδεψε δυσάρεστα την μετέπειτα ζωή μου επειδή υπήρξε η μοναδική που δεν κατάφερα να εξιχνιάσω σε κατά τ’ άλλα μία αψεγάδιαστη και ζηλευτή καριέρα» είπε με ύφος που δεν επιδεχότανε ουδεμία αντίρρηση, ο Μαρινάκης.
«Είμαι σίγουρος ότι η καριέρα σας υπήρξε υποδειγματική. Θα με ενδιέφερε ωστόσο να μου μιλήσετε για αυτή την υπόθεση Παπάζογλου» τον ενθάρρυνε ο Κλέανθος.
«Έχουνε περάσει τόσα χρόνια, ποιος ο λόγος να σκαλίζουμε παλιές πληγές, κύριε Παπαγιανίδη;».
«Διότι αυτές οι πληγές φαίνεται ότι δεν έκλεισαν ποτέ, κύριε Μαρινάκη και εξακολουθούν να αιμορραγούν. Οι Δραγαλέτος και Βογιατζής βρέθηκαν δολοφονημένοι χθες στην Αθήνα».
«Δολοφονημένοι;».
«Ναι και έχω την πεποίθηση ότι η αιτία αυτών των εγκλημάτων πρέπει να έχει τις ρίζες της στο Καστρί Κυνουρίας και συγκεκριμένα το 1957 ή και προγενέστερα».
ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ:
Ο Γιώργος Μπακούρης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1970 αλλά μεγάλωσε και σπούδασε στη Γενεύη. Είναι δικηγόρος και ζει από το 1998 μόνιμα στην Αθήνα. Τα Σιωπηλά Εγκλήματα είναι το δεύτερο μυθιστόρημα του, μετά το «Έγκλημα στην Πάρο» (Εκδόσεις Παπαδόπουλος, 2014), όπου πρωταγωνιστεί και πάλι ο αστυνόμος Κλέανθος Παπαγιανίδης.
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΚΟΥΡΗΣ
ΙSΒΝ:978-960-438-210-1
Σελίδες: 350,
Τιμή: € 14,84
8 Ιανουαρίου 2019
#1
Η Ελένη Παπακώστα σχολιάζει το μυθιστόρημα του Γιώργου Μπακούρη, «Σιωπηλά εγκλήματα» (Εκδόσεις Περίπλους – Διονύσης Βίτσος)
Παπακώστα Ελένη – Πτυχιούχος Τμήματος Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Α.Π.Θ.
Η Ελένη Παπακώστα σχολιάζει το μυθιστόρημα του Γιώργου Μπακούρη, «Σιωπηλά εγκλήματα» (Εκδόσεις Περίπλους – Διονύσης Βίτσος)
«Σιωπηλά εγκλήματα»
Αστυνομικό μυθιστόρημα
Γιώργος Μπακούρης
Εκδόσεις Περίπλους – Διονύσης Βίτσος
Το νέο αστυνομικό μυθιστόρημα του Γιώργου Μπακούρη, που φέρει τον τίτλο «Σιωπηλά εγκλήματα», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Περίπλους. Είναι το δεύτερο κατά σειρά μυθιστόρημά του, μετά το «Έγκλημα στην Πάρο», όπου πρωταγωνιστής ήταν και πάλι ο Κλέανθος Παπαγιανίδης.
Ο Κλέανθος Παπαγιανίδης λοιπόν, στα «Σιωπηλά εγκλήματα», καλείται και πάλι να εξιχνιάσει, μαζί με την ομάδα του, δυο στυγερά, πανομοιότυπα εγκλήματα με θύματα δυο ηλικιωμένους άντρες. Ακολουθώντας το αλάνθαστο ένστικτό του αλλά και τις δικές του ιδιόρρυθμες θεωρίες, μετά από έρευνα που διεξάγει, θα οδηγηθεί έως το Καστρί Κυνουρίας, για να μπορέσει να εντοπίσει τη ρίζα του “κακού” , κάπου στο μακρινό παρελθόν. Τι αποτρόπαιο είχε συμβεί εκείνη τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, που συγκλόνισε τη μικρή κλειστή κοινωνία, αλλά παρόλα αυτά αποσιωπήθηκε; Πώς συνδέεται εκείνη η καταδικαστέα πράξη του παρελθόντος με το τωρινό διπλό φονικό; Πώς τα δυο εγκλήματα συνδέονται μεταξύ τους; Το μυστήριο πλανάται έως το τέλος του βιβλίου και δεν έχουμε άλλο από το να το ανακαλύψουμε, ακολουθώντας τα χνάρια του αστυνόμου Παπαγιανίδη.
Η υπόθεση του βιβλίου ακολουθεί τα κλασσικά μοτίβα των αστυνομικών μυθιστορημάτων ή αντίστοιχου περιεχομένου αστυνομικών ταινιών και σειρών. Ο βασικός ήρωας, Κλέανθος Παπαγιανίδης, προσπαθώντας να διαλευκάνει την υπόθεση, οδηγείται αρκετές φορές σε λανθασμένες υποθέσεις ή αδιέξοδα, έχοντας συνοδοιπόρο τον αναγνώστη, που αγωνιά αν τελικά θα εντοπιστεί ο δράστης και που προσπαθεί να κατανοήσει γιατί συνέβησαν όλα αυτά. Το “παιχνίδι” με τον αναγνώστη συνεχίζεται ωστόσο αμείωτο και η έντεχνη “σύγχυσή” του επιτυγχάνεται με τον καλύτερο τρόπο. Αιφνίδιες ανατροπές, αινιγματικές υποθέσεις, παράξενα σταυροδρόμια, που ο αναγνώστης θα πρέπει να διαλέξει το σωστό, προκειμένου να οδηγηθεί στους πραγματικούς δράστες και όχι σε λάθος προβλέψεις.
Αυτό που κάνει ακόμα πιο ζωντανό και ενδιαφέρον το κείμενο του Γιώργου Μπακούρη είναι ο πρωτότυπος τρόπος που περιγράφει ορισμένες σκηνές, σπάζοντας τη μονοτονία μιας κοινότυπης αφήγησης. Για παράδειγμα κάποιες συναντήσεις ανάμεσα στον Κλέανθο Παπαγιανίδη και τον υφιστάμενό του, Ντίνο Ζαρκάλη, περιγράφονται με ένα ιδιαίτερο σκωπτικό στυλ, που κάνει το κείμενο πιο ευχάριστο για τον αναγνώστη, ενώ η βαριά ατμόσφαιρα, που ενδεχομένως επικρατεί, αποσυμφορίζεται αμέσως. Θα πρέπει να αναφερθώ επίσης στη σωστή και εύστοχη χρήση της γλώσσας αλλά και στο κινηματογραφικό φινάλε του μυθιστορήματος.
Στο μυθιστόρημα «Σιωπηλά εγκλήματα», κάτω από την κυρίως αστυνομική πλοκή, θίγονται έμμεσα και κάποια σημαντικά κοινωνικά ζητήματα, όπως· Το πώς αντιμετωπιζόταν στις κλειστές κοινωνίες της ελληνικής επαρχίας η ομοφυλοφιλία, στη δεκαετία του ’60. Οι αποστειρωμένες νοοτροπίες των μικρών και κλειστών κοινωνιών, οι οποίες αποσιωπούσαν απέναντι σε κατακριτέες πράξεις, ενώ αντιθέτως επέτρεπαν κάποιες απαράδεκτες συμπεριφορές να διαιωνίζονται. Τίθενται επίσης καίρια διλήμματα, όπως αυτό της εκδίκησης ή της συγχώρεσης. Πρέπει να καταφεύγουμε σε πράξεις αντιποίνων ή ν’ αφήνουμε πίσω τις άσχημες εμπειρίες, αλλάζοντας σελίδα στη ζωή μας; Πρέπει να αποσιωπούνται οι ανήθικες και κραυγαλέες πράξεις προκειμένου να μην “χαλάσουν” οι σχέσεις και οι ισορροπίες μεταξύ των συντοπιτών;
Ένα πάντως είναι σίγουρο· «Τα σιωπηλά εγκλήματα» δεν είναι από τα μυθιστορήματα, που πρέπει να μείνουν στη “σιωπή” του συγγραφικού κόσμου. Είναι ένα βιβλίο που καταφέρνει να μην αφήνει αμέτοχο τον αναγνώστη, ενώ ταυτόχρονα τον ωθεί να σκεφτεί και να αναλογιστεί πόσο εύκολα ο ανθρώπινος νους μπορεί να παραστρατήσει, να εκτροχιαστεί και να οδηγηθεί σε πράξεις που η κοινή λογική δεν μπορεί να συλλάβει. Ιδίως όταν παρασύρεται από πάθη και προκαταλήψεις.
Ανεπιφύλακτα, θα έλεγα πως είναι μια πολύ αξιόλογη προσπάθεια από μέρος του συγγραφέα, τον οποίο συγχαίρω προσωπικά, γιατί κατάφερε να μας χαρίσει ένα άρτια δομημένο και καλογραμμένο αστυνομικό μυθιστόρημα.
Παπακώστα Ελένη – Πτυχιούχος Τμήματος Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Α.Π.Θ.
ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ:
Ο Γιώργος Μπακούρης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1970 αλλά μεγάλωσε και σπούδασε στη Γενεύη. Είναι δικηγόρος και ζει από το 1998 μόνιμα στην Αθήνα. Τα Σιωπηλά Εγκλήματα είναι το δεύτερο μυθιστόρημα του, μετά το «Έγκλημα στην Πάρο» (Εκδόσεις Παπαδόπουλος, 2014), όπου πρωταγωνιστεί και πάλι ο αστυνόμος Κλέανθος Παπαγιανίδης.
8 Ιανουαρίου 2019
#2
Γιώργος Μπακούρης: «Ο αρχικός μου σκοπός γράφοντας ένα αστυνομικό μυθιστόρημα είναι να ψυχαγωγήσω τον αναγνώστη»
Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Γιώργου Μπακούρη από τις εκδόσεις Περίπλους «Σιωπηλά Εγκλήματα» (περισσότερα δείτε εδώ). Πρόκειται για μια νέα αστυνομική ιστορία με πρωταγωνιστή τον Κλέανθος Παπαγιανίδη, γνώριμό μας από το πρώτο βιβλίο του συγγραφέα «Έγκλημα στην Πάρο».
Κύριε Μπακούρη, πείτε μας λίγα λόγια για τα «Σιωπηλά Εγκλήματα».
Τα Σιωπηλά Εγκλήματα είναι ένα αστυνομικό μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στην Αθήνα του σήμερα, αλλά η υπόθεση που καλείται να εξιχνιάσει ο αστυνόμος Κλέανθος Παπαγιανίδης, έχει τις ρίζες της στο παρελθόν. Όπως και στο πρώτο μυθιστόρημα με τίτλο «Έγκλημα στην Πάρο», τα «Σιωπηλά Εγκλήματα» καταπιάνονται με γεγονότα και καταστάσεις που οι πρωταγωνιστές τους κατάφεραν να τα αποσιωπήσουν, αλλά με την πάροδο του χρόνου, βγαίνουν και πάλι στην «επιφάνεια», στοιχειώνοντας τους άμεσα εμπλεκομένους, με αποκαλύψεις που κινδυνεύουν να ανατρέψουν ολοκληρωτικά την ζωή τους. Το όποιο μυστικό πρέπει να παραμείνει για πάντα θαμμένο, όποιο και αν είναι το κόστος. Μόνο που τελικά τίποτα δεν μένει κρυφό, τουλάχιστον για τον Κλέανθο Παπαγιανίδη.
Πόσο καιρό διήρκεσε η συγγραφή του;
Δεδομένου ότι η συγγραφή είναι παράλληλη ασχολία και συνεπώς της αφιερώνω πολύ λιγότερο χρόνο απ’ ότι θα ήθελα (κοινώς όποτε έχω ελεύθερο χρόνο), η ολοκλήρωση του «Σιωπηλά Εγκλήματα» μου πήρε σχεδόν ένα χρόνο.
Πιστεύετε ότι ο χρόνος είναι καθοριστικός παράγοντας στην εξιχνίαση ενός εγκλήματος, δηλαδή όσο περνά ο καιρός είναι το ίδιο εύκολο να βρεθεί ο δολοφόνος;
Νομίζω ότι θα πρέπει να απευθυνθείτε σε πραγματικό αστυνομικό, για να σας απαντήσει. Εγώ δεν είμαι παρά ένας μυθιστοριογράφος και οι γνώσεις μου σε αυτό το αντικείμενο εξαντλούνται σε όσα κατά καιρούς έχω διαβάσει ως αναγνώστης (με την σειρά μου) αστυνομικής λογοτεχνίας. Οπότε, βασιζόμενος σε όσα έχει γράψει συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων, σκανδιναβικής προέλευσης, φαίνεται ότι όσο περνάει ο χρόνος, τόσο μειώνονται οι πιθανότητες να εξιχνιαστεί ένα έγκλημα. Αδυναμία των μαρτύρων να θυμηθούν πρόσωπα και να περιγράψουν καταστάσεις, εξάλειψη αποδεικτικών στοιχείων, κλπ, δυσκολεύουν σε μεγάλο βαθμό τη διαλεύκανση ενός εγκλήματος. Όχι όμως για τον Κλέανθο Παπαγιανίδη, που οπλισμένος με ιώβεια υπομονή και κατέχοντας μοναδικό ταλέντο στην ανάπτυξη θεωριών, καταφέρνει να ξεμπλέκει το κουβάρι, όσο μπλεγμένο και να είναι αυτό.
Στο βιβλίο σας θίγετε ευαίσθητα κοινωνικά ζητήματα. Ποιο θεωρείτε ότι είναι στην εποχή μας το μεγαλύτερο;
Ο αρχικός μου σκοπός γράφοντας ένα αστυνομικό μυθιστόρημα είναι να ψυχαγωγήσω τον αναγνώστη. Τα οποιαδήποτε μηνύματα, ή κοινωνικά ζητήματα που προκύπτουν περνάνε σε δεύτερη μοίρα. Αποτελούν βέβαια μέρος της αφήγησης και συστατικό κομμάτι της ιστορίας που εξιστορώ, ουσιαστικά το πλαίσιο πάνω στο οποίο κινείται η υπόθεση, αλλά πάντοτε προτιμώ να δίνω έμφαση στην πλοκή και μόνο. Τα «Σιωπηλά Εγκλήματα» καταπιάνονται αλλά τελείως επιδερμικά με ζητήματα όπως η ομοφυλοφιλία, η διαφορετικότητα, ο επαρχιωτισμός των μεγάλων αστικών κέντρων, η δυσλειτουργία της κοινωνικότητας του ανθρώπου, κλπ, αλλά πάντα με μία χιουμοριστική προσέγγιση.
Αν γινόταν ταινία το βιβλίο σας, ποιον ηθοποιό θα θέλατε να δείτε ως αστυνόμο Παπαγιανίδη;
Είναι τόσες οι επιλογές, τόσοι οι ταλαντούχοι ηθοποιοί, που δυσκολεύομαι να επιλέξω κάποιον. Αν τύχει και η παραγωγή είναι ξένη, τότε το χάος. Νομίζω ότι θα αφήσω την επιλογή στον παραγωγό της ταινίας (και κάπου εδώ ξυπνάω, όνειρο ζω !!).
Ποιο είναι το αγαπημένο σας αστυνομικό μυθιστόρημα;
Συγκεκριμένο αγαπημένο αστυνομικό μυθιστόρημα, όχι. Έχω όμως αγαπημένους συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων. Όπως τον Αντρέα Καμιλέρι για το χιούμορ του και την τοποθέτηση της δράσης στην μαγευτική Σικελία, τη Αγκάθα Κρίστι για την ευρηματικότητά της πλοκής της, καθώς και το Γιάννη Μαρή για τον κοσμοπολίτικο αέρα των μυθιστορημάτων του, μίας Ελλάδας βγαλμένης από άλλη εποχή.
Ποιο σχόλιο από αναγνώστη σας (θετικό ή αρνητικό) σας έχει κάνει εντύπωση (και γιατί);
Δεν θα έλεγα ότι υπήρξε κάποιο σχόλιο που να μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, ώστε να το μνημονεύσω. Άλλωστε είμαι ανοικτός στο να δέχομαι την όποια κριτική (είτε θετική ή αρνητική) αρκεί αυτή να γίνεται καλόπιστα.
Τώρα αν με ρωτάτε ποιο είναι το συνηθέστερο σχόλιο που έχω ακούσει μέχρι τώρα, τουλάχιστον όσον αφορά το «Έγκλημα στην Πάρο» (αναμένω τα σχόλια για το δεύτερο μυθιστόρημα) είναι η απουσία αναφοράς στην ερωτική/προσωπική ζωή του Κλέανθου Παπαγιανίδη. Τα «Σιωπηλά Εγκλήματα» έρχονται να συμπληρώσουν αυτό το κενό.
Ετοιμάζετε νέα ιστορία με πρωταγωνιστή τον αστυνόμο Κλεάνθη Παπαγιανίδη;
Μία καινούργια υπόθεση, για γερούς λύτες (ακόμα και για τον ίδιο τον Κλέανθο), στριφογυρίζει στο μυαλό μου. Το μόνο που απομένει είναι να ξεκινήσω το γράψιμο.
Σας ευχαριστούμε πολύ!
2 Σεπτεμβρίου 2020
#3
«Σιωπηλά Εγκλήματα» – Γ.Μπακούρης
Γράφει : Ο Κώστας Τραχανάς
8 Μαΐου 2016. Δύο εγκλήματα γίνονται μέσα σε λίγες ώρες στην Αθήνα .Ο Κλέανθος Παπαγιανίδης, τμηματάρχης της υπηρεσίας Εγκλημάτων Κατά Ζωής, αναλαμβάνει να τα εξιχνιάσει.
Το ένα έγκλημα έγινε στο Κερατσίνι και το άλλο στην Λεωφόρο Αλεξάνδρας, με διαφορά ολίγων ωρών.
Τα θύματα έφερναν βαθιά τραύματα στο στήθος, πιθανόν από μαχαίρι, ήταν ολόγυμνα, καθισμένα σε καρέκλα με τα χέρια δεμένα πισώπλατα και το στόμα κλειστό με μονωτική ταινία. Το ένα ήταν ο Νικήτας Βογιατζής, συνταξιούχος αγρότης, εβδομήντα έξι χρονών, πάμφτωχος και ο τόπος καταγωγής το Καστρί Κυνουρίας,Αρκαδίας.
Το δεύτερο θύμα ονομαζόταν Γιώργος Δραγαλέτος, εβδομήντα επτά ετών, συνταξιούχος του δημοσίου .Ομοίως και αυτός έφερε τραύματα στο στήθος, ήταν ολόγυμνος,καθισμένος σε καρέκλα, με τα χέρια δεμένα.
Ο ιατροδικαστής Κωνσταντίνος Γραψίας που εξέτασε τα δύο θύματα βρήκε κάτι χαρακτηριστικό και στους δύο. Βρίσκει υπολείμματα από σκλήθρα (ένα δέντρο που ευδοκιμεί σε παραποτάμια μέρη) στον πρωκτό τους και εντοπίστηκε στο αίμα τους αναισθησιογόνο ουσία, το Κ special,γνωστό και ως κεταμίνη, ναρκωτικό με ισχυρή παραισθησιογόνα δράση, που χρησιμοποιείται κυρίως από κτηνιάτρους και κτηνοτρόφους.
Ο δολοφόνος από μαρτυρίες αυτόπτων μαρτύρων, ήταν περίπου εβδομήντα με εβδομήντα πέντε ετών περίπου, μετρίου αναστήματος,φορούσε μπεζ καπέλο,μπεζ καπαρντίνα, καπέλο και φόραγε γάντια και με χαρακτηριστικό μία μύτη σαν μελιτζάνα.
Ο δολοφόνος πριν φέρει τα θανατηφόρα χτυπήματα και στα δύο θύματα, έστησε αυτό το σκηνικό .Μια σκηνή σαν μία θεατρική παράσταση. Φαινόταν για τον δράστη το σκηνικό ήταν σημαντικό, πιο σημαντικό ακόμα και από το έγκλημα καθ΄ αυτό. Σα να ήθελε να περάσει κάποιο μήνυμα. Σε ποιους ; Στα θύματα ;
Πριν προχωρήσει ο δράστης με τη σκλήθρα θα πρέπει να τους ξύπνησε, τους μίλησε, τους αποκάλυψε την ταυτότητά του και τον λόγο για τον οποίο θα τους σκότωνε .Η διείσδυση στον πρωκτό τους ήτανε μέρος του όλου σκηνικού, μια ιεροτελεστία. Να τους τιμωρήσει για κάτι που είχανε κάνει τα θύματα στον ίδιο. Άρα τα θύματα και ο δράστης γνωρίζονταν.
Ο Κλέανθος Παπαγιανίδης καταλαβαίνει ότι πρέπει να ξετινάξουνε το παρελθόν του Βογιατζή και του Δραγαλέτου .Να μάθει τα πάντα γι΄ αυτούς .Έπρεπε να υπήρχε μία σχέση μεταξύ τους, κάποιο κοινό στοιχείο που τους έδενε.
Αυτά τα δύο εγκλήματα συνέβησαν για κάποιο λόγο. Και έπρεπε να τον βρούνε. Ψάχνοντας ο Κλέανθος ανακαλύπτει ότι και ο Δραγαλέτος καταγόταν από το Καστρί Κυνουρίας .Άρα το Καστρί ήταν ο συνδετικός κρίκος που ένωνε τα δύο θύματα. Από εκεί έπρεπε να ξεκινήσουνε τις έρευνες.
Εκείνο που ακόμα ανακάλυψαν ήταν ότι οι έρευνες έπρεπε να ξεκινήσουν από το 1957 ή και προγενέστερα. Διότι τότε τα δύο θύματα ήταν οι νταήδες του χωριού και είχαν κακοποιήσει σεξουαλικά ένα παιδί, τον Αντρέα Κατέλη, κοντά στο ποτάμι του Καστριού .Την ίδια μέρα βρέθηκε δολοφονημένη εκεί κοντά και ένα νεαρό κορίτσι,η Κατερίνα Παπάζογλου. Ο δολοφόνος της δεν βρέθηκε ποτέ.
Ο Κλεάνθης Παπαγιανίδης και οι βοηθοί του έπρεπε να εξιχνιάσουν δύο άγρια εγκλήματα που διαπράχτηκαν το 2016 με αφετηρία το 1957 .Θα μπορέσουν να βρούνε μάρτυρες μετά από τόσα χρόνια, 60 ολόκληρα χρόνια; Ποιος ήταν ο δράστης ;
Θα βρούνε την ταυτότητα του δράστη,της ξεχασμένης δολοφονίας,της Κατερίνας Παπάζογλου, το 1957;
Θα εξιχνιαστούν τα μυστήρια και οι απαντήσεις θα έρθουν στο φως ;
Θα έχουμε ένα δραματικό γκραν φινάλε ;
Υπονοούμενα, κρυφά απωθημένα, ένοχα μυστικά και αραχνιασμένοι σκελετοί, που έχουν θαφτεί στην ντουλάπα, απειλούν να βγουν στο φως .
Μικρές,αλλεπάλληλες δόσεις σασπένς και καλοσχεδιασμένες ανατροπές, γρήγορος ρυθμός, που κάποιες στιγμές γίνεται σχεδόν καταιγιστικός με ταχύτητη εναλλαγή μικρών,σύντομων σκηνών δράσης, όλα αυτά συνθέτουν ένα αυθεντικό υποδειγματικό αστυνομικό μυθιστόρημα.
Ένα πρωτότυπο, ασυνήθιστο, επιβλητικό,αστυνομικό μυθιστόρημα, με απρόβλεπτο τέλος.
Διαβάζεται χωρίς ανάσα.
Ο Γιώργος Μπακούρης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1970 αλλά μεγάλωσε και σπούδασε στη Γενεύη. Είναι δικηγόρος και ζει από το 1998 μόνιμα στην Αθήνα. Τα «Σιωπηλά Εγκλήματα» είναι το δεύτερο μυθιστόρημα του, μετά το «Έγκλημα στην Πάρο» (Εκδόσεις Παπαδόπουλος, 2014), όπου πρωταγωνιστεί και πάλι ο αστυνόμος Κλέανθος Παπαγιανίδης.
Εκδόσεις Περίπλους 2020 σελ.362