ΑΠΟΚΤΗΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΕ 30% ΕΚΠΤΩΣΗ ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ: www.politeia.gr
Η ομιλία του Χίτλερ στο Γερμανικό Κοινοβούλιο (Ράϊχσταγκ) τον Μάιο του 1941 παρουσιάζει τα γεγονότα που αφορούν στην γερμανική εισβολή στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1941.
Για πρώτη φορά η ομιλία αυτή, η οποία αποτελεί ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ιστορικό ντοκουμέντο, εκδίδεται στην ελληνική γλώσσα και με εκτενή ιστορικό σχολιασμό. Στην ομιλία του ο Χίτλερ παραδέχεται τον ηρωισμό του ελληνικού στρατού κατά την αντιμετώπιση της γερμανικής εισβολής το 1941, ενώ παράλληλα εκφράζει τις γερμανικές προπαγανδιστικές απόψεις για τη μεγάλη υλική και ιδεολογική σύγκρουση όπως υπήρξε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Το Ιστορικό Αρχείο Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είναι μια σειρά ιστορικών βιβλίων με αντικείμενο την αμφιλεγόμενη περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1939-1945) και προσφέρει στο αναγνωστικό κοινό σπάνια κείμενα σε επιμελημένες εκδόσεις, τα οποία παρουσιάζουν την οπτική των εμπολέμων πλευρών, τόσο των Συμμάχων όσο και των κρατών του Άξονα. Οι τόμοι περιέχουν τη μετάφραση του κειμένου, εκτενή ιστορικό υπομνηματισμό με σχολιασμό και ιστορική βιβλιογραφική τεκμηρίωση, χρονολόγια, βιογραφικά σημειώματα των συγγραφέων και των ιστορικών προσώπων, καθώς και κατατοπιστικές εισαγωγές και προλόγους από διακεκριμένους επιστήμονες.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ:
« Βουλευτές! Μέλη του Γερμανικού Κοινοβουλίου!
Η Ελλάδα […] επέδειξε προθυμία να ακολουθήσει τις βρετανικές δελεαστικές προτάσεις, συνδέοντας τη μοίρα της με αυτήν του εντολοδότη του βασιλιά της. Πρέπει όμως για άλλη μία φορά – θεωρώ ότι το οφείλω αυτό στην ιστορική αλήθεια – να πραγματοποιήσω διάκριση μεταξύ του ελληνικού λαού και εκείνης της ολιγάριθμης καταστροφικής ηγεσίας, η οποία εμπνευσμένη από έναν αγγλόδουλο βασιλιά, είχε κατά νου λιγότερο τα πραγματικά καθήκοντα της πολιτικής ηγεσίας στο ελληνικό κράτος απ’ ό,τι την εξυπηρέτηση των σκοπών της βρετανικής πολεμικής πολιτικής, τους οποίους είχε οικειοποιηθεί. Στενοχωρήθηκα ιδιαίτερα για αυτό το γεγονός.
Ήταν πολύ δύσκολο και πικρό για εμένα, που ως Γερμανός διατηρούσα ήδη από την παιδεία μου στη νεότητά μου, αλλά και αργότερα λόγω της μεταγενέστερης σταδιοδρομίας μου, τον πλέον βαθύ σεβασμό για τον πολιτισμό και την τέχνη αυτής της χώρας, από την οποία ξεπήδησε το πρώτο φως του ανθρώπινου κάλλους και της αξιοπρέπειας, να παρακολουθώ την εξέλιξη αυτή, χωρίς να είμαι σε θέση να κάνω κάτι για αυτό.
[…] Οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, το χιόνι, οι καταιγίδες και οι βροχές και κυρίως – οφείλω να το ομολογήσω χάριν της ιστορικής ακρίβειας – η ιδιαίτερα γενναία αντίσταση των Ελλήνων στρατιωτών έδωσαν στην κυβέρνηση της Αθήνας επαρκή χρόνο, ώστε να αναλογιστεί τις συνέπειες της ατυχούς απόφασής της και να εξετάσει τις πιθανότητες μίας λογικής επίλυσης της κατάστασης. Η Γερμανία δεν είχε διακόψει από την πλευρά της τις διπλωματικές σχέσεις με την Ελλάδα, αφού διατηρούσε μία μικρή ελπίδα ότι θα μπορούσε να συμβάλει με κάποιον τρόπο στην αποσαφήνιση του ζητήματος. Ωστόσο, είχα ήδη τότε επισημάνει σε διεθνές επίπεδο ότι δεν θα παρακολουθούσαμε αμέτοχοι μία επανάληψη του παλαιού σχεδίου του διαδρόμου της Θεσσαλονίκης, όπως συνέβη στον παγκόσμιο πόλεμο.
Δυστυχώς δεν λήφθηκε σοβαρά η προειδοποίησή μου ότι αν οι Άγγλοι δημιουργούσαν προγεφύρωμα σε κάποιο σημείο της Ευρώπης, ήμασταν αποφασισμένοι να τους πετάξουμε αμέσως στην θάλασσα. Έτσι είδαμε αυτόν τον χειμώνα πώς η Αγγλία άρχισε να δημιουργεί τις βάσεις για μία νέα στρατιά με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Αρχικά διαμόρφωσαν υποτυπώδη αεροδρόμια και τις απαραίτητες εγκαταστάσεις εδάφους, με την πεποίθηση ότι θα πολύ σύντομα θα ολοκλήρωναν τις υποδομές. Τελικά δε κατέφθασε με μεταγωγικά εξοπλισμός για μία στρατιά, η οποία σύμφωνα με τα σχέδια και την άποψη του κ. Τσώρτσιλ, θα ήταν έτοιμη να αφιχθεί στην Ελλάδα έπειτα από μερικές μόνον εβδομάδες. Η εξέλιξη αυτή μας ήταν γνωστή, βουλευτές μου, όπως ήδη ανέφερα. Επί μήνες παρακολουθούσαμε τις ιδιόμορφες αυτές ενέργειες με προσοχή, αν όχι με αυτοσυγκράτηση.
Οι ατυχίες του ιταλικού στρατού στην βόρειο Αφρική, οι οποίες οφείλονταν αποκλειστικά σε τεχνικά προβλήματα των αντιαρματικών τους και του εξοπλισμού των τεθωρακισμένων, δημιούργησε στον κ. Τσώρτσιλ την πεποίθηση ότι είχε έλθει η στιγμή να μεταφέρει το μέτωπο του πολέμου από τη Λιβύη στην Ελλάδα. Διέταξε τη μεταφορά των διαθέσιμων τεθωρακισμένων και των μεραρχιών πεζικού που αποτελούνταν κυρίως από Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς και νόμιζε ότι μπορούσε να πραγματοποιήσει το πραξικόπημα εκείνο που θα βύθιζε με ένα χτύπημα τα Βαλκάνια στον πόλεμο. Διέπραξε έτσι ένα από τα μεγαλύτερα σφάλματα από στρατηγικής άποψης σε αυτόν τον πόλεμο.
Όταν πλέον δεν υπήρχε καμία αμφιβολία για την πρόθεση της Αγγλίας να εδραιωθεί στα Βαλκάνια, προχώρησα στα απαραίτητα βήματα, ώστε να προετοιμαστούν σταδιακά και από την γερμανική πλευρά οι δυνάμεις εκείνες που θα επενέβαιναν στην ζωτικής για εμάς σημασίας περιοχή αυτή και που θα ήσαν σε θέση να αντιμετωπίσουν κάθε ενδεχόμενο σχέδιο του Τσώρτσιλ. Πρέπει να αναφέρω σε αυτό το σημείο ότι οι γερμανικές αυτές ενέργειες δεν στρέφονταν κατά της Ελλάδος. Ο ίδιος ο Ντούτσε ουδέποτε μου ζήτησε να θέσω στην διάθεσή του ούτε μία γερμανική μεραρχία για τον σκοπό αυτό. Ήταν πεπεισμένος ότι με την έναρξη της άνοιξης ο αγώνας κατά της Ελλάδος θα ολοκληρωνόταν αργά ή γρήγορα με επιτυχία και το ίδιο πίστευα και εγώ. Επομένως η προέλαση των γερμανικών δυνάμεων δεν αποτελούσε βοήθεια προς την Ιταλία κατά της Ελλάδος, αλλά ένα προληπτικό μέτρο κατά της απόπειρας των Βρετανών να εδραιωθούν κρυφά στα Βαλκάνια εκμεταλλευόμενοι τον ιταλο-ελληνικό πόλεμο. Έτσι θα μπορούσαν να ετοιμάσουν τα σχέδιά τους με πρότυπο τη στρατιά της Θεσσαλονίκης του παγκοσμίου πολέμου, πάνω από όλα όμως να παρασύρουν και άλλες δυνάμεις στη δίνη του πολέμου.
Η ελπίδα αυτή βασίστηκε μεταξύ άλλων σε δύο κράτη: στην Τουρκία και τη Γιουγκοσλαβία. Ωστόσο και με τα δύο αυτά κράτη είχα καταβάλλει προσπάθειες να συνάψω στενή οικονομική συνεργασία έπειτα από την ανάληψη της αρχής. Η Γιουγκοσλαβία, όσον αφορά τον σερβικό της πυρήνα, υπήρξε αντίπαλός μας στον παγκόσμιο πόλεμο.Ο παγκόσμιος πόλεμος είχε ξεκινήσει από το Βελιγράδι. Ωστόσο ο γερμανικός λαός, που από την φύση του δεν είναι μνησίκακος, δεν έτρεφε αισθήματα μίσους.
Η Τουρκία ήταν σύμμαχός μας στον παγκόσμιο πόλεμο. Η ατυχής του έκβαση κατέστη αισθητή σε αυτήν την χώρα με την ίδια ένταση, όπως και σε εμάς. Ο ιδιοφυής αναμορφωτής της νέας Τουρκίας αποτέλεσε με τις ενέργειές του πρότυπο για την ανόρθωση των συμμάχων της, που είχαν γνωρίσει κακή τύχη και ένα τρομερό πλήγμα της μοίρας. Και ενώ η Τουρκία, χάρις στην ρεαλιστική στάση της πολιτικής της ηγεσίας διαφύλαξε την ανεξαρτησία της με τις αποφάσεις της, η Γιουγκοσλαβία έπεσε θύμα των βρετανικών δολοπλοκιών.[…] Θέλησα την ειρήνη, μάρτυς μου ο Θεός. Όταν, όμως, ο κ. Χάλιφαξ διακηρύσσει χλευάζοντας ότι όλα αυτά ήταν γνωστά και ότι αναγκαστήκαμε να πολεμήσουμε, λες και αυτό ήταν κάποια επιτυχία της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής, σε αυτήν την περίπτωση, απέναντι σε μία τέτοια κακία, δεν μπορώ να κάνω τίποτε άλλο από το να προφυλάξω τα συμφέροντα του Ράιχ με τα μέσα, που δόξα σοι ο Θεός διαθέτουμε.
[…] Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι μεγάλο ποσοστό των επιτυχιών αυτών ανήκει στους συμμάχους μας. Ο αγώνας της Ιταλίας εναντίον της Ελλάδος, ο οποίος διήρκεσε έξι μήνες και ο οποίος διεξήχθη υπό τους πλέον δυσχερείς όρους και στοίχισε τις μεγαλύτερες θυσίες, δεν καθήλωσε μόνον τον κύριο όγκο του ελληνικού στρατού, αλλά και τον εξάντλησε σε τέτοιο σημείο, ώστε η κατάρρευσή του είχε καταστεί αναπότρεπτη.
Χάριν όμως της ιστορικής δικαιοσύνης είμαι υποχρεωμένος να διαπιστώσω ότι από τους αντιπάλους, οι οποίοι μας αντιμετώπισαν, ήταν ιδιαίτερα ο Έλληνας στρατιώτης που πολέμησε με παράτολμο θάρρος και ύψιστη περιφρόνηση προς τον θάνατο. Συνθηκολογούσε τότε μόνον, όταν κάθε περαιτέρω αντίσταση ήταν αδύνατη και επομένως μάταιη.
Είμαι όμως υποχρεωμένος επίσης να μιλήσω πλέον και για τον αντίπαλο εκείνον, ο οποίος υπήρξε η αφορμή και η αιτία αυτής της εκστρατείας. Ως Γερμανός και ως στρατιωτικός το θεωρώ ανάξιο να καθυβρίσω έναν γενναίο αντίπαλο. Θεωρώ όμως αναγκαίο να υπερασπιστώ την αλήθεια εναντίον της κομπορρημοσύνης ενός ανθρώπου, ο οποίος ως στρατιωτικός είναι άθλιος πολιτικός, όπως είναι ως πολιτικός εξίσου άθλιος στρατιωτικός, αναφέρομαι στον κ. Τσώρτσιλ».
>
Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΗΣ ΣΕΙΡΑΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑΣΤΗΣ:Ο Ιωάννης Κωτούλας είναι ιστορικός (M.Phil., υπ. Δρ.Φ.), μέλος της Εταιρείας Ιστορικών μελετών επί του Νεωτέρου Ελληνισμού, διευθυντής της σειράς Ιστορικό Αρχείο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (Αθήνα: Περίπλους, 2009-).
Συγγραφέας: Χίτλερ, Αδόλφος
Έτος έκδοσης: 2010
ISBN: 978-960-438-092-3
Σελίδες: 146, Τιμή: € 16,88
3 Μαΐου 2011
#1
ΤΟ ΒΗΜΑ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΛΟΥΧΟΣ
Τι είπε ο Χίτλερ τον Μάιο του 1941 στον ιστορικό λόγο του στο Ράιχσταγκ για την πορεία του πολέμου και την αντίσταση του ελληνικού λαού, η οποία τον πλήγωσε προσωπικά.
«Το έτος 1941 πρέπει και θα καταγραφεί στην Ιστορία ως σημαντικότερο έτος της έγερσής μας. Οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις θα εκπληρώσουν για τον σκοπό αυτόν το καθήκον τους στο ακέραιο» είπε προκαλώντας ρίγη ενθουσιασμού στο ακροατήριό του ο Αδόλφος Χίτλερ τον Μάιο του 1941, στον λόγο του για τη βαλκανική εκστρατεία, σε μία από τις λίγες φορές που κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου απευθύνθηκε στους γερμανούς βουλευτές. Στο επίκεντρο της ομιλίας του η Ελλάδα.
Τότε η μάχη για την ελευθερία της Ευρώπης έμοιαζε πια χαμένη. Οι περισσότερες χώρες της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης στις οποίες είχε επιτεθεί το Ράιχ είχαν καταληφθεί και οι 31 μεραρχίες που το Βερολίνο είχε στείλει στη Βαλκανική είχαν πλέον καταλάβει και τα ελληνικά εδάφη, κατακτώντας έτσι τη μοναδική χώρα της Ευρώπης η οποία, ως και λίγες εβδομάδες πριν, πολεμούσε δίπλα στη Μεγάλη Βρετανία εναντίον του Αξονα.
Ετσι, η ομιλία του τον Μάιο του 1941 ήταν για αυτόν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία συνολικού απολογισμού και ως τέτοια παρουσιάζει πολλαπλό ενδιαφέρον. Στον λόγο του μπορεί κανείς να δει πολλά. Πρώτα απ΄ όλα την παράνοιά του να νιώθει συσχετισμένος με τον αρχαίο ελληνικό κόσμο και τα ιδανικά του. Επίσης, καθρεφτίζεται ανάγλυφα το πώς φανταζόταν ο Χίτλερ την αρχιτεκτονική του ευρωπαϊκού χάρτη τη στιγμή που ένιωθε περίπου νικητής. Ειδικά για τη Βαλκανική, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το μίσος του για τη γιουγκοσλαβική αντίσταση αλλά και η σημασία που αποδίδει στο Βελιγράδι, φτάνοντας να πει ότι επιθυμούσε τόσο διακαώς τη συνεργασία μαζί του που για να την αποκτήσει είχε φτάσει να υποστηρίζει και την έξοδο της χώρας στο Αιγαίο, μαζί με την κατάληψη της Θεσσαλονίκης.
Την ίδια στιγμή χαιρετίζει «το γεγονός ότι οι σύμμαχοί μας είναι πλέον σε θέση να ικανοποιήσουν τις δίκαιες εθνικές και πολιτικές τους φιλοδοξίες» , κάτι που περιελάμβανε και τις φιλοδοξίες της Ιταλίας εις βάρος της Ελλάδας. Ετσι, ενώ υμνεί τον ελληνικό λαό για την αντίστασή του και λέει ότι εξαπατήθηκε και γι΄ αυτό αντιστάθηκε στο Ράιχ, την ίδια στιγμή «τεμαχίζει» την Ελλάδα προς όφελος των συμμάχων που είχε αλλά και εκείνων που ήθελε διακαώς να έχει, αλλά δεν του έκαναν τη χάρη να γίνουν σύμμαχοί του.
Είναι ένα από τα παραδείγματα που καθιστά εξαιρετικά σημαντικό αυτόν τον λόγο, ο οποίος παρουσιάζεται ολόκληρος στο βιβλίο. Ενα έργο μεγίστης δημαγωγικής τέχνης, μέσα από το οποίο ο αναγνώστης θα αντιληφθεί αμέσως κάτι που υπό άλλες συνθήκες μοιάζει ακατανόητο: το πώς και γιατί ο Χίτλερ συνάρπαζε το κοινό του, κερδίζοντας, ειδικά σε εκείνες τις ώρες της «νίκης» του χιλιόχρονου Ράιχ, τη φανατική υποστήριξη μεγάλου μέρους του γερμανικού λαού.
Η «ειρηνική Γερμανία»
Ο γερμανικός στρατός παρελαύνει στην Αθήνα,την οποία έχει μόλις κατακτήσει. Οπως ομολόγησε ο ίδιος ο Χίτλερ,«ο έλληνας στρατιώτης πολέμησε με παράτολμο θάρρος και ύψιστη περιφρόνηση προς τον θάνατο» Η ικανότητα του Χίτλερ να διαστρεβλώνει την πραγματικότητα επικαλούμενος διαρκώς την… ιστορική αλήθεια δεν πρέπει να είχε προηγούμενο στην παγκόσμια πολιτική ιστορία. Το «λάιτ μοτίβ» ολόκληρου του λόγου του είναι το πώς η Γερμανία έκανε διαρκώς και επίμονα ό,τι μπορούσε για να προφυλάξει την ειρήνη στην Ευρώπη. Αναφέρεται σε αυτές τις «προσπάθειες» και «εξηγεί» πώς οι «εβραϊκές καπιταλιστικές δημοκρατίες» υπονόμευσαν αυτές τις προσπάθειες του Ράιχ, με «άρχοντα του σκότους» τον μέθυσο και αποτυχημένο, όπως συχνά τον αποκαλεί, πρωθυπουργό της Βρετανίας Γουίνστον Τσόρτσιλ. Η τέχνη με την οποία ο Χίτλερ κάνει το άσπρο μαύρο και εμφανίζει τον εαυτό του μαχητή της παγκόσμιας ειρήνης και ελευθερίας ξεπερνά κάθε φαντασία. Το σκέλος της ομιλίας του στο Ράιχσταγκ που αφορά την Ελλάδα οδηγεί σε κάτι που δεν έγινε για κανέναν άλλο λαό στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: να υμνηθεί από εχθρούς και συμμάχους. Η αντίσταση που προέβαλε η Ελλάδα στην ιταλική εισβολή, ο ηρωισμός και η αποτελεσματικότητα της 8ης Μεραρχίας και του υποστράτηγου Χαράλαμπου Κατσιμήτρου στο Καλπάκι άφησαν άναυδη όλη την Ευρώπη και οδήγησαν τον Γουίνστον Τσόρτσιλ να πει μιλώντας στη βρετανική Βουλή ότι «από σήμερα δεν θα λέμε ότι οι Ελληνες πολεμούν σαν ήρωες αλλά ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Ελληνες». Λίγους μήνες αργότερα, όταν οι Ιταλοί είχαν νικηθεί, οι Γερμανοί έμπαιναν στην Ελλάδα έπειτα από σθεναρή αντίσταση των μακεδονικών οχυρών.
Τον Μάιο, μετά την ολοκλήρωση της εκστρατείας, ο Χίτλερ δήλωνε ότι το Ράιχ δεν ήρθε στην Ελλάδα για να βοηθήσει τον ηττημένο φίλο του Μουσολίνι, αλλά για να αποκρούσει τη βρετανική πολιτική. Την ίδια στιγμή θέλησε να ξεπεράσει τον Τσόρτσιλ σε ύμνους για τον έλληνα στρατιώτη και απέδιδε την αντίσταση του ελληνικού λαού στο ότι δήθεν… ξεγελάστηκε:
«Οφείλω στην ιστορική αλήθεια να πραγματοποιήσω διάκριση μεταξύ του ελληνικού λαού και εκείνης της ολιγάριθμης καταστροφικής ηγεσίας, η οποία, εμπνευσμένη από έναν αγγλόδουλο βασιλιά,είχε κατά νου λιγότερο τα πραγματικά καθήκοντα της πολιτικής ηγεσίας στο ελληνικό κράτος απ΄ ό,τι την εξυπηρέτηση των σκοπών της βρετανικής πολεμικής πολιτικής. Στενοχωρήθηκα ιδιαίτερα γι΄ αυτό».
Ο ύμνος στον αντίπαλο στρατιώτη
«Χάριν της ιστορικής δικαιοσύνης είμαι υποχρεωμένος να διαπιστώσω ότι από τους αντιπάλους οι οποίοι μας αντιμετώπισαν ήταν ιδιαίτερα ο έλληνας στρατιώτης που πολέμησε με παράτολμο θάρρος και ύψιστη περιφρόνηση προς τον θάνατο.Συνθηκολόγησε τότε μόνον όταν κάθε περαιτέρω αντίσταση ήταν αδύνατη και επομένως μάταιη.[…] Για τον ηττημένο και ατυχή ελληνικό λαό αισθανόμαστε ειλικρινή συμπάθεια.Υπήρξε θύμα του βασιλιά του και μιας μικρής παρασυρμένης ηγετικής κλίκας.Ωστόσο αγωνίστηκε με τόσο μεγάλη γενναιότητα ώστε ακόμη και οι εχθροί του δεν μπορούν να αρνηθούν την εκτίμησή τους προς αυτόν.[…] Οι έλληνες αιχμάλωτοι αφέθηκαν ή θα αφεθούν σύντομα ελεύθεροι λόγω της γενικής ανδρείας στάσης των στρατιωτών αυτών».
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=56&artid=373548&dt=17/12/2010