Ο τρόπος που συνδέεται η Ινδική μυθολογία με την Ελληνική, το μυστήριο που δένει τη θεά Shakti με τη γυναίκα της Αθήνας, η αλήθεια που ενώνει τον Hanuman με τη σύγχρονη ποιότητα της φιλίας, όλα αυτά είναι το Νάmaste.
Με διάθεση έκφρασης χωρίς σύνορα, χωρίς περιορισμούς θρησκειών και πεποιθήσεων, σε αυτές τις ιστορίες οι αντιήρωες δεν διεκδικούν, αλλά αποδέχονται. Γνωρίζουν πως ζώντας ξανά έναν μύθο που τείνει να επαναλαμβάνεται σε μορφή σπείρας μέσα στους αιώνες, καταφέρνουν -ή τουλάχιστον προσπαθούν- να εκδηλώσουν την καλύτερη πτυχή του εαυτού τους.
Ο μύθος συναντά την ποίηση, η ποίηση αναζητά τον μύθο.
Ένα ιδιαίτερο και αναπάντεχο δέσιμο που θέλει να θυμίσει πως όλα είναι Ένα. Και εμείς ως Ένα είμαστε το Όλον.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Ο μύθος του ψαριού
Έπειτα από δέκα χιλιάδες χρόνια εντατικού διαλογισμού, έχει έρθει η ώρα για τον Σίβα να επιστρέψει από το όρος Καϊλάς και να συναντήσει την αγαπημένη του Παρβάτι, που έχει διαισθανθεί ήδη την επιστροφή του. Προετοιμάζει, λοιπόν, ένα υπαίθριο γεύμα για να τον υποδεχθεί, κοντά στο ποτάμι.
Ο αγαπημένος της καταφθάνει και ξεκινά να της μιλά για τη σπουδαία ανακάλυψή του κατά τον διαλογισμό του. Της αποκαλύπτει πως έχει πλέον βρει το κλειδί του Σύμπαντος και το μυστικό της σωτηρίας και αυτό δεν είναι άλλο από το μονοπάτι της γιόγκα, της απόλυτης ένωσης του ατομικού εαυτού με το όλον. Η Παρβάτι, όσο μιλά ενθουσιασμένος για όλα αυτά ο Σίβα, συνεχίζει ατάραχη να ετοιμάζει το γεύμα τους προκαλώντας τον εκνευρισμό του Σίβα:
«Γιατί δεν με προσέχεις;»
«Φυσικά και σου δίνω προσοχή», απαντά η Παρβάτι.
«Μα εδώ σου μιλώ για την πιο συγκλονιστική αποκάλυψη και δεν δείχνεις ενδιαφέρον».
«Φυσικά και δείχνω ενδιαφέρον», απαντά με απλότητα εκείνη.
Συνεχίζει, λοιπόν, ο Σίβα τις περιγραφές του για τις τεχνικές της γιόγκα, του διαλογισμού και πώς το ένα περιλαμβάνει το όλον, χωρίς να γνωρίζει πως η αγαπημένη του γνωρίζει ήδη και από πάντα τη γιόγκα και εξασκούνταν ήσυχα και ανελλιπώς. Είχε παραλείψει να το αναφέρει στον Σίβα, θεωρώντας το αυτονόητο! Με ταπεινότητα, όμως, συνεχίζει και ακούει τις διδαχές του σαν να τα ακούει όλα πρώτη φορά. Εντωμεταξύ, στο ποτάμι δίπλα, κολυμπά ο Μάτσια, ένα ψάρι που δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε όσα φανερώνει ο Σίβα στην Παρβάτι. Στέκεται και παρακολουθεί για πρώτη φορά τη διάλεξη του Σίβα για τη ζωή και το Σύμπαν. Ο Σίβα μιλά και ο Μάτσια ακούει. Και καθώς ακούει, συμβαίνει κάτι μαγικό: όλες οι τεχνικές και η θεωρία της γιόγκα κυριεύουν το σώμα του και εδραιώνονται για πάντα εντός! Μέσα από την προσεκτική παρακολούθηση των λεγομένων του Σίβα, ο Μάτσια «φωτίζεται» και γίνεται εκείνος ο πρώτος μαθητής –Chela– και ο Σίβα ο πρώτος δάσκαλος –Guru. Έτσι ξεκινά η μεγάλη γενεαλογία μαθητών και δασκάλων που επιτυχημένα μεταδίδουν τις διδαχές της γιόγκα προφορικά για χιλιάδες χρόνια.Ο Μάτσια επιστρέφει σε επόμενη ζωή, μισός άνθρωπος και μισός ψάρι, με το όνομα Ματσιέντρα –ο βασιλιάς των ψαριών. Η δική του σοφία καταγράφεται από τους ναθ γιόγκις στη Hatha Yoga Pradipika κι έτσι όλες οι διδασκαλίες της γιόγκα προέρχονται από τις ομιλίες του.
Στην αντίστοιχη άσανα –matsyendrasana– ο άνω κορμός αναπαριστά τον μισό-άνθρωπο και σοφό, ενώ ο κάτω κορμός και τα διπλωμένα πόδια την ουρά του ψαριού.
Η Δασκάλα
Σήμερα κάνω την ενδέκατη απόπειρα
να ανακαλύψω ίχνη του εαυτού μου
και να νιώσω λίγο εγώ,
όπως προσπάθησες εσύ
και άλλοι πριν αλλά και μετά από εσένα
να με Διδάξεις.
Όχι πως εσύ ένιωθες ακόμα αρκετά Ποια ήσουν,
τον ρόλο, όμως, που σου είχε ανατεθεί
τον έφερνες εις πέρας.
Και «πέρα εκεί»
με μάθαινες σκληρά να μένω μόνη
και να με αντιμετωπίζω.
Φτιάχνω τώρα μια συνήθεια
να σηκώνομαι αχάραγα
και να τα λέω με μένα.
Και είναι σήμερα η ενδέκατη φορά
κι ακόμα για σένα δεν μίλησα.
Σου όφειλα το έντεκα όμως.
Που έχει μέσα του τα Πάντα, το δεκάρι το καλό
έχει και τη Μοναξιά της μονάδας.
Έχει δυο μαγκούρες που μαζί
στηρίζουν και στηρίζονται,
μόνες είναι λειψές και άχρηστες.
Σου αφιερώνω το έντεκα
που έχει έννοια διττή
κι εγώ Δύτης
θα βουτήξω σε όσα άθελά σου με προκάλεσες.
Αν βγω στην επιφάνεια
θα είναι επειδή
κάποιο από τα δέκα σώματά μου
θυμήθηκε πως άφησε το ενδέκατο
να ψήνεται στο αλατόνερο και τον ήλιο.
Αν βγω και επιζήσω,
θα είναι επειδή με έδιωξες,
θα είναι επειδή με σκότωσες
κι επειδή λυσσάω να σου αποδείξω
πως εγώ γι’ αυτό σε αγαπώ
και σου γράφω τα ξημερώματα.
Σου αφιερώνω το έντεκα που ξέρει,
γιατί έχει ρουφήξει τη σοφία όλου του κόσμου
στα δυο παράλληλα ποτάμια του,
μέσα εκεί που κολυμπούσα εγώ
όταν συναντηθήκαμε
και πότε με έπαιρνε μαζί της η ροή,
πότε της πήγαινα κόντρα.
Πέστροφα, ανάποδη σε όλα,
προσποιούμενη την άφοβη και ατρόμητη.
Κατά βάθος
–όχι πολύ μεγάλο βάθος, ποτάμι κολυμπούσα–
τα λέπια και το δέρμα μου
πρόδιδαν πάντα
πως αυτό που μόνο γνωρίζω καλά
είναι το καμουφλάζ.
Σαρκοφάγα και ενίοτε αδίστακτη,
αθόρυβη σαν ψάρι.
Αντίθετα στη ροή διδάχθηκα τον ελιγμό,
ενώ ταυτόχρονα προσπαθούσα να κρυφακούσω
να διδάσκεις τη Ζωή
σαν να την ήξερες καλά πια,
την ήξερες;
Σε αντέγραφα πιστά, το παραδέχομαι,
από θαυμασμό και όχι από αδυναμία.
Ήσουν το 11.
Τα πάντα και η μονάδα.
Ο δάσκαλος και ο μαθητής.
Έπρεπε κάπου να μοιάσω.
Έβγαζα το κεφάλι έξω από το νερό,
που με ορμή αντίθετη με πήγαινε κάπου αλλού.
Σε άκουγα με προσοχή,
μετά κολυμπούσα ξανά αντίθετα
να επιστρέψω στο θαλάμι μου.
Εκεί που γεννήθηκα,
εκεί να γεννήσω κι εγώ.
Σε άκουγα
και έμοιαζαν οι ήχοι με εκείνους της μήτρας
κι εμένα το κολύμπι μου
με του μωρού μέσα Της.
Μετά από πολλές Ζωές ή μια στιγμή
ήμουν κι εγώ πια μωρομάνα.
Τότε εσύ σκλήρυνες
λες και σου πήρα το δικό σου παιδί να μεγαλώσω.
Άνοιξες τον δρόμο του ποταμού προς τη θάλασσα
και με έσπρωξες
–μαζί με τη ροή κι όχι αντίθετά της–
να φύγω όσο το δυνατόν πιο μακριά σου.
Μάζεψα κι εγώ τα παιδιά μου κι έφυγα
–πρόσφυγας στο νερό–
χωρίς να ακούω πια να διδάσκεις.
Με έπαιρνε ο ποταμός,
σκαρφαλώναμε βράχια,
ορμούσαμε στους καταρράκτες
κι έτσι επώδυνα
άρχισα να λησμονώ την πληγή του διωγμού σου.
…
Πέρασαν τα χρόνια
και συναντηθήκαμε ντυμένες και οι δυο ολόλευκα.
Λευκές λαμπάδες,
οι άσσοι του έντεκα
–μια εσύ, μια εγώ.
Συλλάβισες ένα «μπράβο!» που δεν θυμάμαι τι αφορούσε.
Αλλά « μπράβο μου, ναι!»
που δεν σε ξέχασα
και που δήλωσα έτοιμη να σε ακούσω ξανά.
Με έδιωξες τότε δεύτερη φορά,
προφανώς οριστική,
μπορεί από μεγάλη διαφορετική αγάπη.
Μπορεί και από αμηχανία που δεν ήξερες
τι να την κάνεις την τόση δική μου.
Σου τραγούδησα και σε άφησα κι εγώ να φύγεις.
Να λυτρωθεί η μία από την άλλη
και να κολυμπήσει σε άλλα ποτάμια,
αντίθετα πάντα της ροής,
αλλά με αυτιά ορθάνοιχτα.
…
Από τότε
έχω κολυμπήσει πολλά ποτάμια του Κόσμου
κι ακόμα
σαν τα λόγια σου
δεν έχω ακούσει από κανένα στόμα.
Ή τουλάχιστον
καμιά χροιά δεν στάθηκε δυνατότερη
της ορμής του ποταμού.
Σε μνημονεύω συχνά
όχι από καημό,
αλλά από νοσταλγία.
Κι απορώ
που –αν και ψάρι–
ακόμα θυμάμαι πόσο έντονα σχημάτιζες το σίγμα,
σαν να ήταν πάντα τελικό.
Πόσο δυνατά μύριζε το άρωμά σου
και πότιζε το μακρύ μαντήλι
που μερικές φορές σκέπαζε τους ώμους ή το κεφάλι σου,
ανάλογα τον ρόλο.
Πόσο χαίρομαι τελικά
που μπόρεσα να σε ακούσω
μέσα από την Ορμή!
Πόσο τυχερή που γεννήθηκα πέστροφα
και ξέρω το κολύμπι αντίθετα στο ρεύμα
από γεννησιμιού μου!
–αυτό δεν χρειάστηκε να μου το διδάξεις.
Θα σε συναντώ συχνά
στα ποτάμια του κόσμου,
θα έχεις τίτλο πάντα,
θα κρατώ πάντα το «τετράδιό» μου
να κρατώ σημειώσεις,
για να ξέρω αργότερα
πώς να διώχνω μακριά μου τα ψάρια
που νομίζουν πως κάτι έχω να τους μάθω,
ενώ τα ξέρουν ήδη Όλα.
ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Η ΜΑΡΙΑ ΜΑΓΚΑΝΑΡΗ γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1981 στο Χαϊδάρι Αττικής.
Αποφοίτησε από το τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης του
Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής.
Από το 2012 ασχολείται με τη διδασκαλία της Γιόγκα .
Είναι ιδιοκτήτρια δύο σχολών στην Αθήνα και Εκπαιδεύτρια Δασκάλων στην Enosis Yoga
Academy της οποίας είναι ιδρυτικό μέλος.
Διδάσκει γιόγκα και εκπαιδεύει δασκάλους στην Ελλάδα και το εξωτερικό και
πραγματοποιεί εργαστήρια επιμόρφωσης και εμβάθυνσης με ολιστική προσέγγιση σε ό,τι
αφορά το Σώμα και τον Νου.
Έχοντας συγγράψει περισσότερα από 6 εγχειρίδια που αφορούν στην εκπαίδευση
ενηλίκων και δεκάδες άρθρα σε περιοδικά και εφημερίδες -έντυπα και online- , διοχετεύει
την ανάγκη της για έκφραση μέσα από τον γραπτό λόγο.
Το παρόν αποτελεί την πρώτη της επίσημη συγγραφική προσπάθεια στην ποίηση την
οποία επιχειρεί να συνδυάσει με την ινδική μυθολογία από την οποία εμπνέεται .
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: ΜΑΡΙΑ ΜΑΓΚΑΝΑΡΗ
Έτος έκδοσης: 2022
ΙSBN 978-960-438-254-5
Σελίδες: 144
Τιμή: € 18